Πηνελόπη - Δρόσης Λεωνίδας

Δρόσης Λεωνίδας (1834 - 1882)

Πηνελόπη, 1873

Μάρμαρο, 143 x 75 x 133 εκ.

Δωρεά των ανακτόρων

Αρ. Έργου: Π.508
Εκτίθεται: Εθνική Γλυπτοθήκη

Ο Λεωνίδας Δρόσης ανήκει στην πρώτη γενιά των νεοελλήνων γλυπτών που φοίτησαν στο Σχολείον των Τεχνών και διαμορφώθηκαν στο πνεύμα του κλασικισμού που έφερε στην Ελλάδα ο γερμανός γλύπτης Κρίστιαν Ζίγκελ. Συνεχίζοντας τις σπουδές του στην Ακαδημία του Μονάχου κοντά στον Μαξ φον Βίντνμαν και με ταξίδια στο Παρίσι, το Λονδίνο, τη Δρέσδη, τη Βιέννη και τη Ρώμη, όπου άνοιξε εργαστήριο, αναδείχθηκε στο σημαντικότερο εκπρόσωπο του ελληνικού κλασικισμού.

Η μεγάλη μαρμάρινη «Πηνελόπη» προέρχεται από τον κύκλο των μυθολογικών του συνθέσεων. Το τελικό πρόπλασμα έγινε πιθανότατα στη Ρώμη το 1867 και την ίδια χρονιά εκτέθηκε στην Παγκόσμια Έκθεση στο Παρίσι, όπου κέρδισε το χρυσό μετάλλιο. Το 1870 παρουσιάστηκε στην έκθεση των Ολυμπίων, μαζί με το πρώτο μικρό πρόπλασμα του 1864, και τιμήθηκε με το χρυσό νομισματόσημο. Ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ διέθεσε τότε 30.000 δρχ. για τη μεταφορά του σε μάρμαρο και τοποθετήθηκε στη χρυσή σκάλα των ανακτόρων.

Εμφανώς επηρεασμένη από το αρχαιοελληνικό φειδιακό πρότυπο της «Αφροδίτης», που συνεχίζεται με την «Αγριππίνα» του 4ου μ.Χ. αιώνα στο μουσείο του Καπιτωλίου και τη μητέρα του Ναπολέοντα «Λετίτσια Ραμολίνο Μποναπάρτε» του Αντόνιο Κανόβα, η «Πηνελόπη» παριστάνεται καθισμένη σε θρόνο με περίτεχνη διακόσμηση, κρατώντας το κουβάρι και το αδράχτι, και απλώνει τα σταυρωμένα πόδια σε διακοσμημένο υποπόδιο. Η στάση του σώματος, η ελαφρά κλίση του κεφαλιού και η μελαγχολική έκφραση με το απλανές βλέμμα δείχνουν την κούραση, την εγκατάλειψη, αλλά και την καρτερία της γυναίκας που περιμένει χρόνια το σύντροφό της. Το έργο έτσι συνδέεται με τη ρομαντική έκφανση του ευρωπαϊκού κλασικισμού, που δίνει έμφαση στο συναίσθημα έναντι της λογικής και αποτυπώνει υποκειμενικές ψυχολογικές καταστάσεις. Επιπλέον, παρά τα κλασικιστικά χαρακτηριστικά στη γενική απόδοση του θέματος, η αποτύπωση των ανθρώπινων αυτών συναισθημάτων απομακρύνει την «Πηνελόπη» από τα αρχαία πρότυπα.

Μοιραστείτε: