Η “”Ωραία Αδριάνα”” παίζει την κιθάρα της καθισμένη κάτω από μια κερασιά, φορτωμένη με καρπούς, σε έναν κήπο στολισμένο με ανθισμένες γλάστρες, όπου κυκλοφορεί ένα παγώνι. Έχει τα μαλλιά λυμένα και φοράει όμορφα πολύχρωμα ρούχα. Η σκηνή περιβάλλεται από ένα ζωγραφικό κόκκινο πλαίσιο. Το σχέδιο έχει ασφαλώς λάθη, αλλά μπορούμε να θαυμάσουμε τα στοιχεία εκείνα που έκαναν κριτικούς και ζωγράφους να θεωρούν τον Θεόφιλο ένα μοντέρνο καλλιτέχνη. Ο λαϊκός ζωγράφος αποφεύγει την τρίτη διάσταση, όπως ακριβώς και οι μοντέρνοι ζωγράφοι. Όλη η εικόνα αναπτύσσεται χωρίς προοπτική, στην επιφάνεια. Προσέξτε πώς ζωγραφίζει, για παράδειγμα, τη μια γλάστρα πίσω από την άλλη. Η πιο μακρινή γλάστρα απλώς ανεβαίνει πιο ψηλά. Ούτε μικραίνει ούτε αποδίδεται προοπτικά. Τα περιγράμματα είναι καθαρά και προσδιορίζουν τα όρια του χρώματος.
Είναι θαυμαστός ο τρόπος που ο Θεόφιλος χειρίζεται το χρώμα. Όλα τα χρώματα, που είναι ζωηρά, κρατιούνται στον ίδιο δυνατό τόνο. Έτσι ενοποιείται η επιφάνεια. Η ώχρα στο έδαφος και στην μπλούζα του κοριτσιού, με κόκκινους ίσκιους, η μπλε φούστα, οι γαλάζιες κάλτσες με μπλε σκιές, ο γαλάζιος ουρανός, συνθέτουν μια πλούσια αρμονία που γοητεύει το θεατή.”

Αυτός ο παράξενος και τόσο «μοντέρνος» πίνακας αποτελεί το ουράνιο τμήμα ενός «Ευαγγελισμού» που βρίσκεται σήμερα στις συλλογές μιας τράπεζας στη Μαδρίτη. Πρόκειται για ένα από τα τελευταία, αν όχι το τελευταίο έργο, που φιλοτέχνησε ο Γκρέκο λίγο πριν πεθάνει στο Τολέδο το 1614. Ο πίνακας είναι ημιτελής και μας διδάσκει πολλά για την τεχνική του ζωγράφου. Παρατηρούμε ότι οι άγγελοι αυτοί δεν έχουν φτερά. Πρόκειται για τα μέλη μιας ουράνιας ορχήστρας που παίζουν σύγχρονα μουσικά όργανα, όπως εκείνα που είχε δει ο ζωγράφος όσο ζούσε στη Βενετία. Τα όργανα στον πίνακα είναι μια σπινέτα (ένα είδος πιάνου), μια άρπα, ένα φλάουτο και μια βιόλα ντα γκάμπα. Ο δεύτερος άγγελος κρατάει το βιβλίο με τις νότες και δίνει το ρυθμό ψάλλοντας. Προσέξτε πόσο σωστές είναι οι χειρονομίες των μουσικών. Οι μορφές έχουν ζωγραφιστεί με γρήγορες πινελιές, ενώ οι κινήσεις και τα ιμάτια των αγγέλων κυματίζουν, γεγονός που τις κάνει να μοιάζουν με φλόγες που στροβιλίζονται. Προσέξτε τα ιριδίζοντα χρώματα που χρησιμοποιεί ο ζωγράφος: τα πορτοκαλιά μέσα στα κόκκινα και τα πράσινα, τα χρυσαφιά μέσα στα γαλάζια. Αυτά τα χρώματα που αλλάζουν, καθώς πέφτει το φως πάνω τους, οι αρχαίοι τα ονόμαζαν «μετανθούντα». Ο πίνακας μοιάζει να εμψυχώνεται από μια εσωτερική ζωή. Μπορούμε να πούμε ότι η «Συναυλία» προαγγέλλει τον Εξπρεσιονισμό.