Ο Δημήτριος Φιλιππότης ήταν ο πρώτος γλύπτης που ασχολήθηκε με ρεαλιστικά θέματα, με πρωταγωνιστές κυρίως παιδιά σε καθημερινές ασχολίες. Ξεκινώντας το 1869 με τον Θεριστή, εισήγαγε και καθιέρωσε τη ρεαλιστική θεματογραφία και απόδοση απέναντι στις μυθολογικές και αλληγορικές συνθέσεις και την ιδεαλιστική εξιδανίκευση του νεοκλασικισμού, που κυριαρχούσε στη νεοελληνική γλυπτική τον 19ο αιώνα.

Στη συλλογή γλυπτικής της Εθνικής Πινακοθήκης περιλαμβάνονται έξι γλυπτά και δύο εκμαγεία ταφικών μνημείων του Δημητρίου Φιλιππότη. Τα έργα αυτά πρωταγωνιστούν σε όλες τις εκθέσεις του μουσείου, από την πρώτη παρουσίαση γλυπτών το 1954 στο Ζάππειο μέγαρο, και αποκαλύπτουν την καθοριστική συμβολή του στην εξέλιξη της νεοελληνικής γλυπτικής.

Η Εθνική Πινακοθήκη τιμά τα εκατό χρόνια από τον θάνατο του Δημητρίου Φιλιππότη με μια αναδρομή στον τρόπο απόκτησης των έργων του και της παρουσίασής τους στο κοινό.

Τώνια Γιαννουδάκη
Επιμελήτρια της συλλογής Γλυπτικής

Βιογραφικό

Ο Δημήτριος Φιλιππότης γεννήθηκε στον Πύργο της Τήνου το 1834. Προερχόμενος από οικογένεια μαρμαρογλυπτών, μαθήτευσε αρχικά κοντά στον πατέρα του, που ήταν πρακτικός αρχιτέκτονας οικοδόμος. Την περίοδο 1858-1862 σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών, κοντά στον Κρίστιαν Ζίγκελ και τον Γεώργιο Φυτάλη, στο εργαστήριο του οποίου παρακολουθούσε παράλληλα μαθήματα μαρμαροτεχνίας. Με υποτροφία του Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου αρχικά και του βασιλιά Γεωργίου Α΄ στη συνέχεια, συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία του Αγίου Λουκά στη Ρώμη (1864-1870), με δασκάλους τον Έμιλ Βολφ και τον Καρλ Φος. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του αρίστευσε επανειλημμένα, ενώ το 1870 κέρδισε το πρώτο βραβείο στη Γενική Έκθεση της Ρώμης με το έργο Θεριστής. Ο Θεριστής ήταν το πρώτο μιας σειράς έργων με πρωταγωνιστές μικρά παιδιά σε καθημερινές ασχολίες που φιλοτέχνησε ο Φιλιππότης, εισάγοντας στη νεοελληνική γλυπτική μια παράδοση που είχε ήδη καθιερωθεί στην Ευρώπη.

Το 1870 επέστρεψε στην Αθήνα και άνοιξε εργαστήριο δουλεύοντας εντατικά. Παράλληλα, παρουσίαζε το έργο του σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, όπως τα Ολύμπια του 1875, οι καλλιτεχνικές εκθέσεις του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» και της Εταιρείας Φιλοτέχνων και η Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού το 1878. Το 1908 τιμήθηκε με τον Σταυρό του Σωτήρος και το 1915 με το Μετάλλιο Γραμμάτων και Τεχνών.

Φιλοτέχνησε μεγάλο αριθμό έργων, κατά παραγγελία και ελεύθερης έμπνευσης – προτομές, ταφικά μνημεία και συνθέσεις διακοσμητικού χαρακτήρα με παιδιά σε καθημερινές ασχολίες – καθιερώνοντας τη ρεαλιστική θεματογραφία και απόδοση, σε αντίθεση με τις μυθολογικές και αλληγορικές συνθέσεις και την ιδεαλιστική εξιδανίκευση του νεοκλασικισμού. Από τους συγχρόνους του ονομάστηκε «μαρμαροφάγος», υπέστη όμως ανεπανόρθωτη βλάβη στην όρασή του και πέθανε σχεδόν τυφλός, στις 28 Νοεμβρίου 1919.

Η Απόκτηση των Έργων

Ο Ξυλοθραύστης παραλίγο στην Εθνική Πινακοθήκη

Η Εθνική Πινακοθήκη κατέχει μια πολύ αξιόλογη συλλογή νεοελληνικής γλυπτικής, που καταγράφει την αρχή και την εξέλιξή της έως τις μέρες μας.

Η συλλογή γλυπτικής θεσμοθετήθηκε το 1918, με τον νόμο 1434, αφού δεν προβλεπόταν στις συλλογές της Πινακοθήκης κατά την ίδρυσή της το 1900. Παρόλα αυτά, το 1907 είχε γίνει πρόταση στο μουσείο να αγοραστεί ο Ξυλοθραύστης, ένα εμβληματικό έργο του Δημητρίου Φιλιππότη και από τα πρώτα με θέμα εμπνευσμένο από την καθημερινή ζωή.

Ο Φιλιππότης φιλοτέχνησε το πρόπλασμα σε γύψο το 1871, το έργο όμως δεν είχε την αναμενόμενη υποδοχή και μεταφέρθηκε τελικά σε μάρμαρο με έξοδα του ίδιου του γλύπτη, το 1896 και το 1900. Το δεύτερο αντίτυπο ήταν εκείνο που προτάθηκε να αγοραστεί από την Πινακοθήκη το 1907. Ο διευθυντής, Γεώργιος Ιακωβίδης, προσέφερε 7.000 δραχμές, καθώς, την εποχή εκείνη, η μοναδική κρατική συμβολή για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών και τον εμπλουτισμό των συλλογών του μουσείου ήταν 3.000 δραχμές ετησίως από το κληροδότημα του Δημητρίου Δωρίδη. Ο Φιλιππότης δεν δέχθηκε και ο Ξυλοθραύστης αγοράστηκε τελικά το 1908 από τον Δήμο Αθηναίων, για 15.000 δραχμές, και τοποθετήθηκε στην πλατεία της Ρωσικής εκκλησίας. Είναι μάλιστα το πρώτο γλυπτό ελεύθερης έμπνευσης που στήθηκε στην Αθήνα. Σήμερα είναι τοποθετημένος στο Ζάππειο, απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο.

Ο Ξυλοθραύστης, 1901

Μάρμαρο

Κήπος Ζαππείου

Ο Ξυλοθραύστης είναι από τα πρώτα έργα ηθογραφικού περιεχομένου που φιλοτέχνησε ο Φιλιππότης. Έχει όμως μια παράξενη ιστορία, αφού η μεταφορά του από το γύψινο πρόπλασμα στην τελική εκδοχή σε μάρμαρο χρειάστηκε σχεδόν τριάντα χρόνια.

Ο Φιλιππότης έκανε το πρόπλασμα το 1871, συνδυάζοντας ένα ηθογραφικό θέμα, μια καινοτομία στη νεοελληνική γλυπτική που ο ίδιος είχε εισαγάγει, με την παραδοσιακή νεοκλασική απόδοση, το γυμνό σώμα. Αναφέρεται ότι άλλαξε είκοσι οκτώ μοντέλα μέχρι να καταλήξει στο καταλληλότερο, ενώ η στάση που επέλεξε του επέτρεπε να επιδείξει τις εξαιρετικές γλυπτικές του ικανότητες.
Το 1875 παρουσίασε το γύψινο πρόπλασμα στην έκθεση των Ολυμπίων στην Αθήνα, καθώς δεν είχε χρήματα για να το μεταφέρει σε μάρμαρο, ώστε να το εκθέσει στην Παγκόσμια Έκθεση της Βιέννης το 1873. Στα Ολύμπια ο Ξυλοθραύστης δεν πήρε καμία διάκριση και για χρόνια παρέμενε σε γύψο, αφού ούτε η πολιτεία ούτε κάποιος ιδιώτης ενδιαφέρθηκε να χρηματοδοτήσει τη μεταφορά του στο μάρμαρο. Αναφέρεται μάλιστα ότι, βαθιά απογοητευμένος και σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ο Φιλιππότης συνήθιζε, κάθε παραμονή Πρωτομαγιάς, να τον τοποθετεί στην είσοδο του εργαστηρίου του με ένα στεφάνι από άνθη στο κεφάλι και γύρω του αναμμένα κεριά, για να μοιάζει σαν επιτάφιος.

Το 1896, ίσως και με αφορμή τη διοργάνωση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, αποφάσισε να μεταφέρει τον Ξυλοθραύστη στο μάρμαρο με δικά του έξοδα. Δυστυχώς όμως, όταν το έργο είχε σχεδόν τελειώσει, το μάρμαρο ράγισε και το έργο δεν ολοκληρώθηκε. Το 1900 ξεκίνησε για δεύτερη φορά τη μεταφορά του σε μάρμαρο, πάλι με δικά του έξοδα, και το 1901 τον παρουσίασε στην έκθεση του Παρνασσού. Το 1908, επί δημάρχου Σπύρου Μερκούρη και με πρόταση του γλύπτη Γεωργίου Βρούτου, ο Ξυλοθραύστης αγοράστηκε από τον Δήμο Αθηναίων. Αρχικά στήθηκε στη μικρή πλατεία πίσω από τη Ρωσική εκκλησία, όπου κατά καιρούς υπέστη διάφορους βανδαλισμούς. Το 1961 μεταφέρθηκε στη σημερινή του θέση, απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο.

Ο Ξυλοθραύστης, 1901

Μάρμαρο

Κήπος Ζαππείου

Ο Ξυλοθραύστης είναι από τα πρώτα έργα ηθογραφικού περιεχομένου που φιλοτέχνησε ο Φιλιππότης. Έχει όμως μια παράξενη ιστορία, αφού η μεταφορά του από το γύψινο πρόπλασμα στην τελική εκδοχή σε μάρμαρο χρειάστηκε σχεδόν τριάντα χρόνια.

Ο Φιλιππότης έκανε το πρόπλασμα το 1871, συνδυάζοντας ένα ηθογραφικό θέμα, μια καινοτομία στη νεοελληνική γλυπτική που ο ίδιος είχε εισαγάγει, με την παραδοσιακή νεοκλασική απόδοση, το γυμνό σώμα. Αναφέρεται ότι άλλαξε είκοσι οκτώ μοντέλα μέχρι να καταλήξει στο καταλληλότερο, ενώ η στάση που επέλεξε του επέτρεπε να επιδείξει τις εξαιρετικές γλυπτικές του ικανότητες.
Το 1875 παρουσίασε το γύψινο πρόπλασμα στην έκθεση των Ολυμπίων στην Αθήνα, καθώς δεν είχε χρήματα για να το μεταφέρει σε μάρμαρο, ώστε να το εκθέσει στην Παγκόσμια Έκθεση της Βιέννης το 1873. Στα Ολύμπια ο Ξυλοθραύστης δεν πήρε καμία διάκριση και για χρόνια παρέμενε σε γύψο, αφού ούτε η πολιτεία ούτε κάποιος ιδιώτης ενδιαφέρθηκε να χρηματοδοτήσει τη μεταφορά του στο μάρμαρο. Αναφέρεται μάλιστα ότι, βαθιά απογοητευμένος και σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ο Φιλιππότης συνήθιζε, κάθε παραμονή Πρωτομαγιάς, να τον τοποθετεί στην είσοδο του εργαστηρίου του με ένα στεφάνι από άνθη στο κεφάλι και γύρω του αναμμένα κεριά, για να μοιάζει σαν επιτάφιος.

Το 1896, ίσως και με αφορμή τη διοργάνωση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, αποφάσισε να μεταφέρει τον Ξυλοθραύστη στο μάρμαρο με δικά του έξοδα. Δυστυχώς όμως, όταν το έργο είχε σχεδόν τελειώσει, το μάρμαρο ράγισε και το έργο δεν ολοκληρώθηκε. Το 1900 ξεκίνησε για δεύτερη φορά τη μεταφορά του σε μάρμαρο, πάλι με δικά του έξοδα, και το 1901 τον παρουσίασε στην έκθεση του Παρνασσού. Το 1908, επί δημάρχου Σπύρου Μερκούρη και με πρόταση του γλύπτη Γεωργίου Βρούτου, ο Ξυλοθραύστης αγοράστηκε από τον Δήμο Αθηναίων. Αρχικά στήθηκε στη μικρή πλατεία πίσω από τη Ρωσική εκκλησία, όπου κατά καιρούς υπέστη διάφορους βανδαλισμούς. Το 1961 μεταφέρθηκε στη σημερινή του θέση, απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο.

Ο Ξυλοθραύστης, 1901

Μάρμαρο

Κήπος Ζαππείου

Ο Ξυλοθραύστης είναι από τα πρώτα έργα ηθογραφικού περιεχομένου που φιλοτέχνησε ο Φιλιππότης. Έχει όμως μια παράξενη ιστορία, αφού η μεταφορά του από το γύψινο πρόπλασμα στην τελική εκδοχή σε μάρμαρο χρειάστηκε σχεδόν τριάντα χρόνια.

Ο Φιλιππότης έκανε το πρόπλασμα το 1871, συνδυάζοντας ένα ηθογραφικό θέμα, μια καινοτομία στη νεοελληνική γλυπτική που ο ίδιος είχε εισαγάγει, με την παραδοσιακή νεοκλασική απόδοση, το γυμνό σώμα. Αναφέρεται ότι άλλαξε είκοσι οκτώ μοντέλα μέχρι να καταλήξει στο καταλληλότερο, ενώ η στάση που επέλεξε του επέτρεπε να επιδείξει τις εξαιρετικές γλυπτικές του ικανότητες.
Το 1875 παρουσίασε το γύψινο πρόπλασμα στην έκθεση των Ολυμπίων στην Αθήνα, καθώς δεν είχε χρήματα για να το μεταφέρει σε μάρμαρο, ώστε να το εκθέσει στην Παγκόσμια Έκθεση της Βιέννης το 1873. Στα Ολύμπια ο Ξυλοθραύστης δεν πήρε καμία διάκριση και για χρόνια παρέμενε σε γύψο, αφού ούτε η πολιτεία ούτε κάποιος ιδιώτης ενδιαφέρθηκε να χρηματοδοτήσει τη μεταφορά του στο μάρμαρο. Αναφέρεται μάλιστα ότι, βαθιά απογοητευμένος και σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ο Φιλιππότης συνήθιζε, κάθε παραμονή Πρωτομαγιάς, να τον τοποθετεί στην είσοδο του εργαστηρίου του με ένα στεφάνι από άνθη στο κεφάλι και γύρω του αναμμένα κεριά, για να μοιάζει σαν επιτάφιος.

Το 1896, ίσως και με αφορμή τη διοργάνωση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, αποφάσισε να μεταφέρει τον Ξυλοθραύστη στο μάρμαρο με δικά του έξοδα. Δυστυχώς όμως, όταν το έργο είχε σχεδόν τελειώσει, το μάρμαρο ράγισε και το έργο δεν ολοκληρώθηκε. Το 1900 ξεκίνησε για δεύτερη φορά τη μεταφορά του σε μάρμαρο, πάλι με δικά του έξοδα, και το 1901 τον παρουσίασε στην έκθεση του Παρνασσού. Το 1908, επί δημάρχου Σπύρου Μερκούρη και με πρόταση του γλύπτη Γεωργίου Βρούτου, ο Ξυλοθραύστης αγοράστηκε από τον Δήμο Αθηναίων. Αρχικά στήθηκε στη μικρή πλατεία πίσω από τη Ρωσική εκκλησία, όπου κατά καιρούς υπέστη διάφορους βανδαλισμούς. Το 1961 μεταφέρθηκε στη σημερινή του θέση, απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο.

Ο Ξυλοθραύστης, 1901

Μάρμαρο

Κήπος Ζαππείου

Ο Ξυλοθραύστης είναι από τα πρώτα έργα ηθογραφικού περιεχομένου που φιλοτέχνησε ο Φιλιππότης. Έχει όμως μια παράξενη ιστορία, αφού η μεταφορά του από το γύψινο πρόπλασμα στην τελική εκδοχή σε μάρμαρο χρειάστηκε σχεδόν τριάντα χρόνια.

Ο Φιλιππότης έκανε το πρόπλασμα το 1871, συνδυάζοντας ένα ηθογραφικό θέμα, μια καινοτομία στη νεοελληνική γλυπτική που ο ίδιος είχε εισαγάγει, με την παραδοσιακή νεοκλασική απόδοση, το γυμνό σώμα. Αναφέρεται ότι άλλαξε είκοσι οκτώ μοντέλα μέχρι να καταλήξει στο καταλληλότερο, ενώ η στάση που επέλεξε του επέτρεπε να επιδείξει τις εξαιρετικές γλυπτικές του ικανότητες.
Το 1875 παρουσίασε το γύψινο πρόπλασμα στην έκθεση των Ολυμπίων στην Αθήνα, καθώς δεν είχε χρήματα για να το μεταφέρει σε μάρμαρο, ώστε να το εκθέσει στην Παγκόσμια Έκθεση της Βιέννης το 1873. Στα Ολύμπια ο Ξυλοθραύστης δεν πήρε καμία διάκριση και για χρόνια παρέμενε σε γύψο, αφού ούτε η πολιτεία ούτε κάποιος ιδιώτης ενδιαφέρθηκε να χρηματοδοτήσει τη μεταφορά του στο μάρμαρο. Αναφέρεται μάλιστα ότι, βαθιά απογοητευμένος και σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ο Φιλιππότης συνήθιζε, κάθε παραμονή Πρωτομαγιάς, να τον τοποθετεί στην είσοδο του εργαστηρίου του με ένα στεφάνι από άνθη στο κεφάλι και γύρω του αναμμένα κεριά, για να μοιάζει σαν επιτάφιος.

Το 1896, ίσως και με αφορμή τη διοργάνωση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, αποφάσισε να μεταφέρει τον Ξυλοθραύστη στο μάρμαρο με δικά του έξοδα. Δυστυχώς όμως, όταν το έργο είχε σχεδόν τελειώσει, το μάρμαρο ράγισε και το έργο δεν ολοκληρώθηκε. Το 1900 ξεκίνησε για δεύτερη φορά τη μεταφορά του σε μάρμαρο, πάλι με δικά του έξοδα, και το 1901 τον παρουσίασε στην έκθεση του Παρνασσού. Το 1908, επί δημάρχου Σπύρου Μερκούρη και με πρόταση του γλύπτη Γεωργίου Βρούτου, ο Ξυλοθραύστης αγοράστηκε από τον Δήμο Αθηναίων. Αρχικά στήθηκε στη μικρή πλατεία πίσω από τη Ρωσική εκκλησία, όπου κατά καιρούς υπέστη διάφορους βανδαλισμούς. Το 1961 μεταφέρθηκε στη σημερινή του θέση, απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο.

Ο Ξυλοθραύστης, 1901

Μάρμαρο

Κήπος Ζαππείου

Ο Ξυλοθραύστης είναι από τα πρώτα έργα ηθογραφικού περιεχομένου που φιλοτέχνησε ο Φιλιππότης. Έχει όμως μια παράξενη ιστορία, αφού η μεταφορά του από το γύψινο πρόπλασμα στην τελική εκδοχή σε μάρμαρο χρειάστηκε σχεδόν τριάντα χρόνια.

Ο Φιλιππότης έκανε το πρόπλασμα το 1871, συνδυάζοντας ένα ηθογραφικό θέμα, μια καινοτομία στη νεοελληνική γλυπτική που ο ίδιος είχε εισαγάγει, με την παραδοσιακή νεοκλασική απόδοση, το γυμνό σώμα. Αναφέρεται ότι άλλαξε είκοσι οκτώ μοντέλα μέχρι να καταλήξει στο καταλληλότερο, ενώ η στάση που επέλεξε του επέτρεπε να επιδείξει τις εξαιρετικές γλυπτικές του ικανότητες.
Το 1875 παρουσίασε το γύψινο πρόπλασμα στην έκθεση των Ολυμπίων στην Αθήνα, καθώς δεν είχε χρήματα για να το μεταφέρει σε μάρμαρο, ώστε να το εκθέσει στην Παγκόσμια Έκθεση της Βιέννης το 1873. Στα Ολύμπια ο Ξυλοθραύστης δεν πήρε καμία διάκριση και για χρόνια παρέμενε σε γύψο, αφού ούτε η πολιτεία ούτε κάποιος ιδιώτης ενδιαφέρθηκε να χρηματοδοτήσει τη μεταφορά του στο μάρμαρο. Αναφέρεται μάλιστα ότι, βαθιά απογοητευμένος και σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ο Φιλιππότης συνήθιζε, κάθε παραμονή Πρωτομαγιάς, να τον τοποθετεί στην είσοδο του εργαστηρίου του με ένα στεφάνι από άνθη στο κεφάλι και γύρω του αναμμένα κεριά, για να μοιάζει σαν επιτάφιος.

Το 1896, ίσως και με αφορμή τη διοργάνωση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, αποφάσισε να μεταφέρει τον Ξυλοθραύστη στο μάρμαρο με δικά του έξοδα. Δυστυχώς όμως, όταν το έργο είχε σχεδόν τελειώσει, το μάρμαρο ράγισε και το έργο δεν ολοκληρώθηκε. Το 1900 ξεκίνησε για δεύτερη φορά τη μεταφορά του σε μάρμαρο, πάλι με δικά του έξοδα, και το 1901 τον παρουσίασε στην έκθεση του Παρνασσού. Το 1908, επί δημάρχου Σπύρου Μερκούρη και με πρόταση του γλύπτη Γεωργίου Βρούτου, ο Ξυλοθραύστης αγοράστηκε από τον Δήμο Αθηναίων. Αρχικά στήθηκε στη μικρή πλατεία πίσω από τη Ρωσική εκκλησία, όπου κατά καιρούς υπέστη διάφορους βανδαλισμούς. Το 1961 μεταφέρθηκε στη σημερινή του θέση, απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο.

Τα πρώτα έργα του Φιλιππότη στη συλλογή. Οι προτομές.

Το πρώτο γλυπτό που περιήλθε στη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης ήταν ο Γυναικείος κορμός του Κώστα Δημητριάδη. Δωρήθηκε το 1933 από τον Αντώνιο Μπενάκη, ενώ, έως το 1950, η συλλογή αριθμούσε είκοσι γλυπτά του 19ου και του 20ού αιώνα. Η συλλογή γλυπτικής εδραιώθηκε την περίοδο 1950-1971, με διευθυντή τον Μαρίνο Καλλιγά. Ο Καλλιγάς κατόρθωσε να δημιουργήσει μια πληρέστερη εικόνα της νεοελληνικής γλυπτικής, από τους Επτανήσιους και τους πρώτους νεοκλασικιστές γλύπτες έως τη σύγχρονή του εποχή. Ο εμπλουτισμός έγινε κυρίως μέσω δωρεών, αρκετές από τις οποίες πραγματοποιούνταν με δική του παρότρυνση.

Ανάμεσα στις πρώτες δωρεές ήταν και οι προτομές της Αικατερίνης Κωνσταντινίδου και του Μανουήλ Χαλδουβάκη, τα πρώτα γλυπτά του Δημητρίου Φιλιππότη που περιήλθαν στο μουσείο.

Το 1950 η Έλζα Λαμπράκη, σύζυγος του δημοσιογράφου Δημητρίου Λαμπράκη, εκδότη των εφημερίδων «Ελεύθερον Βήμα» και «Αθηναϊκά Νέα» (μετέπειτα «Το Βήμα» και «Τα Νέα»), και μητέρα του εκδότη Χρήστου Λαμπράκη, δώρισε την προτομή της Αικατερίνης Κωνσταντινίδου. Το 1951 η δισεγγονή του Μανουήλ Χαλδουβάκη, Αθηναΐς Π. Χαλδουβάκη, δώρισε το πρόπλασμα σε γύψο της προτομής του προπάππου της. Η μαρμάρινη προτομή βρίσκεται στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας και επιστέφει στήλη στο ταφικό μνημείο της οικογένειας.

Τη δεκαετία του 1980 προστέθηκαν στη συλλογή οι προτομές της Πριγκίπισσας Αλεξάνδρας, που παραχωρήθηκε από το μαιευτήριο Αλεξάνδρα, και ενός άγνωστου άνδρα, η οποία αγοράστηκε. Οι προτομές αυτές, μαζί με την Ειρήνη Αμπανοπούλου της συλλογής Ευριπίδη Κουτλίδη, δίνουν μια σαφή εικόνα του νέου ύφους που καθιέρωσε ο Φιλιππότης στην προσωπογραφική απεικόνιση, από τις νεότερες έως τις μεγαλύτερες ηλικίες: ψυχογραφική διείσδυση, έμφαση στην απόδοση των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών, τονισμός των λεπτομερειών, που, στους ηλικιωμένους, εντείνει ακόμη περισσότερο τον ρεαλισμό του συνόλου, και σύγχρονα ενδύματα, χωρίς αρχαιοελληνικές αναφορές, αντικατέστησαν τη γενικευτική και εξιδανικευμένη απόδοση του νεοκλασικισμού.

Αικατερίνη Κωνσταντινίδου, 1896

μάρμαρο, 67 x 50 x 33 εκ.

Δωρεά Έλζας Λαμπράκη, αρ. έργου 1477

Αικατερίνη Κωνσταντινίδου, 1896

μάρμαρο, 67 x 50 x 33 εκ.

Δωρεά Έλζας Λαμπράκη, αρ. έργου 1477

Αικατερίνη Κωνσταντινίδου, 1896

μάρμαρο, 67 x 50 x 33 εκ.

Δωρεά Έλζας Λαμπράκη, αρ. έργου 1477

Μανουήλ Χαλδουβάκης, 1893

γύψος, 76 x 53 x 23 εκ.

Δωρεά Αθηναΐδας Π. Χαλδουβάκη, αρ. έργου 1538

Μανουήλ Χαλδουβάκης, 1893

γύψος, 76 x 53 x 23 εκ.

Δωρεά Αθηναΐδας Π. Χαλδουβάκη, αρ. έργου 1538

Μανουήλ Χαλδουβάκης, 1893

γύψος, 76 x 53 x 23 εκ.

Δωρεά Αθηναΐδας Π. Χαλδουβάκη, αρ. έργου 1538

Προτομή άνδρα, 1895

μάρμαρο, 76,5 x 60 x 30 εκ.

αρ. έργου 5889

Προτομή άνδρα, 1895

μάρμαρο, 76,5 x 60 x 30 εκ.

αρ. έργου 5889

Προτομή άνδρα, 1895

μάρμαρο, 76,5 x 60 x 30 εκ.

αρ. έργου 5889

Προτομή άνδρα, 1895

μάρμαρο, 76,5 x 60 x 30 εκ.

αρ. έργου 5889

Η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, 1891

μάρμαρο, 75 x 47 x 34 εκ.

Παραχώρηση μαιευτηρίου Αλεξάνδρα, αρ. έργου 7026

Η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, 1891

μάρμαρο, 75 x 47 x 34 εκ.

Παραχώρηση μαιευτηρίου Αλεξάνδρα, αρ. έργου 7026

Η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, 1891

μάρμαρο, 75 x 47 x 34 εκ.

Παραχώρηση μαιευτηρίου Αλεξάνδρα, αρ. έργου 7026

Η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, 1891

μάρμαρο, 75 x 47 x 34 εκ.

Παραχώρηση μαιευτηρίου Αλεξάνδρα, αρ. έργου 7026

Ειρήνη Αμπανοπούλου, 1879

μάρμαρο, 68 x 48 x 29 εκ.

Συλλογή Ιδρύματος Ε. Κουτλίδη, αρ. έργου Κ.232/β

Οι παιδικές μορφές

Ο Δημήτριος Φιλιππότης ήταν ο πρώτος που, το 1869, εισήγαγε στη νεοελληνική γλυπτική ρεαλιστικά θέματα, κυρίως ηθογραφικές σκηνές με παιδιά στη φύση ή σε καθημερινές ασχολίες, απέναντι στις μυθολογικές και αλληγορικές συνθέσεις και την ιδεαλιστική εξιδανίκευση του νεοκλασικισμού, που κυριαρχούσε στη νεοελληνική γλυπτική τον 19ο αιώνα. Οι συνθέσεις αυτές, ανεξάρτητες από παραγγελία, αποτελούν το πιο χαρακτηριστικό κομμάτι του έργου του, αλλά και μια καινοτομία στη νεοελληνική γλυπτική. Αρχικά διατηρούσαν στοιχεία του νεοκλασικισμού, κυρίως το γυμνό σώμα, στην πορεία όμως και η απόδοση έγινε ρεαλιστική, χωρίς νεοκλασικές επιρροές.

Στη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης το μοναδικό έργο που ανήκει στην κατηγορία αυτή είναι το Παιδί με κουμπαρά (1888), που αγοράστηκε το 1980, όταν διευθυντής ήταν ο Δημήτρης Παπαστάμος. Πρόκειται για την πιο ρεαλιστική, αν και ημιτελή παραλλαγή ενός θέματος που ο Φιλιππότης δούλεψε για πρώτη φορά το 1879, διατηρώντας όμως τότε ακόμη τις νεοκλασικές αναφορές, καθώς το παιδί παριστάνεται γυμνό.

Παιδί με κουμπαρά, 1888

μάρμαρο, 136 x 47 x 40 εκ.

αρ. έργου 5890

Ο Δημήτριος Φιλιππότης, μετά τις σπουδές του στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας, όπου διδάχθηκε τις αρχές του νεοκλασικισμού, συνέχισε στην Ακαδημία του Αγίου Λουκά στη Ρώμη. Η μαθητεία του και ο ευρύτερος καλλιτεχνικός περίγυρος στην ιταλική πρωτεύουσα τον ώθησαν και σε θέματα ρεαλιστικού περιεχομένου: ηθογραφικές σκηνές, κυρίως με παιδικές μορφές στη φύση ή σε καθημερινές ασχολίες, που αποτελούν τη μεγάλη καινοτομία του στη νεοελληνική γλυπτική, στον αντίποδα των μυθολογικών και αλληγορικών συνθέσεων του κλασικισμού.

Το Παιδί με κουμπαρά είναι μια σύνθεση που δούλεψε σε τρία αντίτυπα. Το έργο της Εθνικής Πινακοθήκης είναι ένα ημιτελές αντίτυπο της δεύτερης παραλλαγής. Φιλοτεχνήθηκε πιθανόν το 1888, την ίδια χρονιά με την ολοκληρωμένη δεύτερη εκδοχή, και παρουσιάζει μια απόλυτα ρεαλιστική απόδοση του θέματος. Έτσι, το γυμνό σώμα του παιδιού στην αρχική σύνθεση του 1879, χαρακτηριστικό της νεοκλασικής γλυπτικής, έχει παραχωρήσει τη θέση του σε μια πραγματική εικόνα ενός πρόχειρα ντυμένου, ξυπόλητου μικρού παιδιού από τη λαϊκή τάξη, που με χαρακτηριστική αφέλεια και χαρά σηκώνει ψηλά και κουδουνίζει τον κουμπαρά του.

Παιδί με κουμπαρά, 1888

μάρμαρο, 136 x 47 x 40 εκ.

αρ. έργου 5890

Τα ταφικά μνημεία

Παράλληλα με τις ελεύθερης έμπνευσης, ηθογραφικές συνθέσεις, ο Φιλιππότης δημιούργησε και έργα από παραγγελίες, όπως ορισμένα από τα πιο αξιόλογα μνημεία στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας. Στα έργα αυτά, συνήθως, ρεαλιστικά αποδοσμένες μορφές εντάσσονται σε κάποιο αρχαιοπρεπές πλαίσιο, όπως στήλες ή ναΐσκους.

Τα εκμαγεία της μορφής του Εμμανουήλ Ευστρατίου από τον ομώνυμο τάφο και της Μαρίας Σ. Κασσιμάτη από τον οικογενειακό τάφο του Δημητρίου Γεωργούλα, που ανήκουν στη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης, δίνουν μια εικόνα από τα πιο χαρακτηριστικά ταφικά μνημεία του Φιλιππότη με ανάγλυφες ή ελεύθερες στο χώρο μορφές.

Τα εκμαγεία περιήλθαν στη συλλογή το 1980, μετά από ενέργειες του διευθυντή Δημήτρη Παπαστάμου. Το 1979 ο Δημήτρης Παπαστάμος ζήτησε από τον δήμαρχο της Αθήνας, Δημήτρη Μπέη, να επιτραπεί η λήψη γύψινων εκμαγείων από σημαντικά επιτύμβια γλυπτά του Α΄ Νεκροταφείου, επισημαίνοντας τον κίνδυνο καταστροφής τους. Ο Δημήτρης Μπέης δέχθηκε και η Πινακοθήκη προχώρησε στη λήψη 11 εκμαγείων από τα πιο χαρακτηριστικά και αξιόλογα μνημεία της επιτύμβιας γλυπτικής της τελευταίας περίπου τριακονταετίας του 19ου αιώνα, εμπλουτίζοντας έτσι τις συλλογές της και με έργα ταφικής γλυπτικής.

Εκμαγείο της μορφής του Εμμανουήλ Ευστρατίου, 1980

γύψος, 190 x 73 x 31 εκ.

αρ. έργου ΕΚ.3

Η μορφή του Εμμανουήλ Ευστρατίου, στο πρωτότυπο έργο, που φιλοτεχνήθηκε σε μάρμαρο το 1882, περιβάλλεται από μια αρχιτεκτονική επιτύμβια στήλη, μοναδική αναφορά στην αρχαιότητα, από την οποία προβάλλει σχεδόν ολόγλυφη.

Η ίδια η μορφή χαρακτηρίζεται από έντονο ρεαλισμό, που αποτυπώνεται στα ενδύματα και τις επιμέρους λεπτομέρειες, κορυφώνεται όμως στο ελαφρά σκυμμένο κεφάλι και στην έκφραση του προσώπου. Τα έντονα ζυγωματικά και τα βαθουλωμένα μάγουλα, που τονίζουν ακόμη περισσότερο το σφιγμένο στόμα, ιδιαίτερα όμως το στοχαστικό βλέμμα, που υποδηλώνει βαθειά συγκέντρωση και ενδοσκόπηση, τοποθετούν τη μορφή στο μεταίχμιο μεταξύ ζωής και του θανάτου.

Εκμαγείο της μορφής του Εμμανουήλ Ευστρατίου, 1980

γύψος, 190 x 73 x 31 εκ.

αρ. έργου ΕΚ.3

Η μορφή του Εμμανουήλ Ευστρατίου, στο πρωτότυπο έργο, που φιλοτεχνήθηκε σε μάρμαρο το 1882, περιβάλλεται από μια αρχιτεκτονική επιτύμβια στήλη, μοναδική αναφορά στην αρχαιότητα, από την οποία προβάλλει σχεδόν ολόγλυφη.

Η ίδια η μορφή χαρακτηρίζεται από έντονο ρεαλισμό, που αποτυπώνεται στα ενδύματα και τις επιμέρους λεπτομέρειες, κορυφώνεται όμως στο ελαφρά σκυμμένο κεφάλι και στην έκφραση του προσώπου. Τα έντονα ζυγωματικά και τα βαθουλωμένα μάγουλα, που τονίζουν ακόμη περισσότερο το σφιγμένο στόμα, ιδιαίτερα όμως το στοχαστικό βλέμμα, που υποδηλώνει βαθειά συγκέντρωση και ενδοσκόπηση, τοποθετούν τη μορφή στο μεταίχμιο μεταξύ ζωής και του θανάτου.

Εκμαγείο της μορφής του Εμμανουήλ Ευστρατίου, 1980

γύψος, 190 x 73 x 31 εκ.

αρ. έργου ΕΚ.3

Η μορφή του Εμμανουήλ Ευστρατίου, στο πρωτότυπο έργο, που φιλοτεχνήθηκε σε μάρμαρο το 1882, περιβάλλεται από μια αρχιτεκτονική επιτύμβια στήλη, μοναδική αναφορά στην αρχαιότητα, από την οποία προβάλλει σχεδόν ολόγλυφη.

Η ίδια η μορφή χαρακτηρίζεται από έντονο ρεαλισμό, που αποτυπώνεται στα ενδύματα και τις επιμέρους λεπτομέρειες, κορυφώνεται όμως στο ελαφρά σκυμμένο κεφάλι και στην έκφραση του προσώπου. Τα έντονα ζυγωματικά και τα βαθουλωμένα μάγουλα, που τονίζουν ακόμη περισσότερο το σφιγμένο στόμα, ιδιαίτερα όμως το στοχαστικό βλέμμα, που υποδηλώνει βαθειά συγκέντρωση και ενδοσκόπηση, τοποθετούν τη μορφή στο μεταίχμιο μεταξύ ζωής και του θανάτου.

Το μνημείο του Εμμανουήλ Ευστρατίου στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας, 1882

μάρμαρο

Το μνημείο του Εμμανουήλ Ευστρατίου στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας, 1882

μάρμαρο

Εκμαγείο του αγάλματος της Μαρίας Σ. Κασσιμάτη, 1980

γύψος, 147 x 135 x 85 εκ.

αρ. έργου ΕΚ.4

Η Μαρία Κασσιμάτη υπήρξε μία δυναμική γυναίκα, η οποία, με τη διαθήκη της, διέθεσε την περιουσία που κληρονόμησε από τον πρώτο της σύζυγο, Δημήτριο Γεωργούλα, σε ευαγή και εκκλησιαστικά ιδρύματα και σε υποτροφίες σπουδαστών. Ο δυναμικός της χαρακτήρας αποτυπώνεται στο άγαλμα που τοποθετήθηκε στον τάφο του πρώτου συζύγου της, σύμφωνα με δική της επιθυμία, και το οποίο, σε αντίθεση με τη μορφή του Εμμανουήλ Ευστρατίου, δεν εντάσσεται σε κάποιο κτίσμα, αλλά δεσπόζει στο χώρο.

Καθισμένη στητή και αποφασιστική, με εξαιρετική απόδοση των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών, της στάσης και των ενδυμάτων, αναπαράγει, σε μια σύγχρονη, ρεαλιστική εκδοχή το αρχαιοελληνικό φειδιακό πρότυπο μιας Αφροδίτης του 5ου αιώνα π.Χ. Το πρότυπο αυτό πέρασε τον 4ο μ.Χ. αιώνα στην Αγριππίνα (ή Αγία Ελένη) στο μουσείο του Καπιτωλίου και τον 19ο αιώνα στη μητέρα του Ναπολέοντα Letizia Ramolino Bonabarte (1804-1807) του Antonio Canova, για να καταλήξει το 1873 στην Πηνελόπη του Λεωνίδα Δρόση.

Εκμαγείο του αγάλματος της Μαρίας Σ. Κασσιμάτη, 1980

γύψος, 147 x 135 x 85 εκ.

αρ. έργου ΕΚ.4

Η Μαρία Κασσιμάτη υπήρξε μία δυναμική γυναίκα, η οποία, με τη διαθήκη της, διέθεσε την περιουσία που κληρονόμησε από τον πρώτο της σύζυγο, Δημήτριο Γεωργούλα, σε ευαγή και εκκλησιαστικά ιδρύματα και σε υποτροφίες σπουδαστών. Ο δυναμικός της χαρακτήρας αποτυπώνεται στο άγαλμα που τοποθετήθηκε στον τάφο του πρώτου συζύγου της, σύμφωνα με δική της επιθυμία, και το οποίο, σε αντίθεση με τη μορφή του Εμμανουήλ Ευστρατίου, δεν εντάσσεται σε κάποιο κτίσμα, αλλά δεσπόζει στο χώρο.

Καθισμένη στητή και αποφασιστική, με εξαιρετική απόδοση των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών, της στάσης και των ενδυμάτων, αναπαράγει, σε μια σύγχρονη, ρεαλιστική εκδοχή το αρχαιοελληνικό φειδιακό πρότυπο μιας Αφροδίτης του 5ου αιώνα π.Χ. Το πρότυπο αυτό πέρασε τον 4ο μ.Χ. αιώνα στην Αγριππίνα (ή Αγία Ελένη) στο μουσείο του Καπιτωλίου και τον 19ο αιώνα στη μητέρα του Ναπολέοντα Letizia Ramolino Bonabarte (1804-1807) του Antonio Canova, για να καταλήξει το 1873 στην Πηνελόπη του Λεωνίδα Δρόση.

Εκμαγείο του αγάλματος της Μαρίας Σ. Κασσιμάτη, 1980

γύψος, 147 x 135 x 85 εκ.

αρ. έργου ΕΚ.4

Η Μαρία Κασσιμάτη υπήρξε μία δυναμική γυναίκα, η οποία, με τη διαθήκη της, διέθεσε την περιουσία που κληρονόμησε από τον πρώτο της σύζυγο, Δημήτριο Γεωργούλα, σε ευαγή και εκκλησιαστικά ιδρύματα και σε υποτροφίες σπουδαστών. Ο δυναμικός της χαρακτήρας αποτυπώνεται στο άγαλμα που τοποθετήθηκε στον τάφο του πρώτου συζύγου της, σύμφωνα με δική της επιθυμία, και το οποίο, σε αντίθεση με τη μορφή του Εμμανουήλ Ευστρατίου, δεν εντάσσεται σε κάποιο κτίσμα, αλλά δεσπόζει στο χώρο.

Καθισμένη στητή και αποφασιστική, με εξαιρετική απόδοση των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών, της στάσης και των ενδυμάτων, αναπαράγει, σε μια σύγχρονη, ρεαλιστική εκδοχή το αρχαιοελληνικό φειδιακό πρότυπο μιας Αφροδίτης του 5ου αιώνα π.Χ. Το πρότυπο αυτό πέρασε τον 4ο μ.Χ. αιώνα στην Αγριππίνα (ή Αγία Ελένη) στο μουσείο του Καπιτωλίου και τον 19ο αιώνα στη μητέρα του Ναπολέοντα Letizia Ramolino Bonabarte (1804-1807) του Antonio Canova, για να καταλήξει το 1873 στην Πηνελόπη του Λεωνίδα Δρόση.

Ο τάφος του Δημητρίου Γεωργούλα στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας

μάρμαρο

Ο διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Δημήτρης Παπαστάμος και ο δήμαρχος Αθηναίων Δημήτρης Μπέης μπροστά στο άγαλμα της Μαρίας Κασσιμάτη στο Α΄ Νεκροταφείο, 1980

Ο δήμαρχος Αθηναίων Δημήτρης Μπέης, ο διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Δημήτρης Παπαστάμος και ο γλύπτης Στέλιος Τριάντης μπροστά στο άγαλμα της Μαρίας Κασσιμάτη στο Α΄ Νεκροταφείο, 1980

Η παρουσίαση των έργων στο κοινό

Οι εκθέσεις του Ζαππείου

Έργα της συλλογής γλυπτικής παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στο κοινό το 1934 και ήταν τα τέσσερα μοναδικά γλυπτά που κατείχε τότε η Πινακοθήκη.
Γλυπτά άρχισαν να παρουσιάζονται και πάλι είκοσι χρόνια αργότερα, από το 1954, στις εκθέσεις έργων από τις συλλογές του μουσείου που οργανώνονταν σε αίθουσες του Ζαππείου Μεγάρου την περίοδο 1953-1959,  καθώς η Πινακοθήκη τότε ακόμη δεν είχε κτίριο. Ο αρχικός πυρήνας είχε εμπλουτισθεί κατά πολύ και στη συλλογή, έως το 1954, είχαν περιέλθει σαράντα πέντε γλυπτά.

Το 1954 τα πιο αντιπροσωπευτικά γλυπτά της συλλογής, ανάμεσά τους και η προτομή της Αικατερίνης Κωνσταντινίδου, παρουσιάστηκαν σε ιδιαίτερη αίθουσα στο Ζάππειο μέγαρο, ενώ τις επόμενες χρονιές τα γλυπτά που εκτέθηκαν εντάχθηκαν ανάμεσα στα έργα ζωγραφικής.
Η προτομή της Αικατερίνης Κωνσταντινίδου παρουσιάστηκε στην έκθεση του Ζαππείου και το 1955.

Τα γλυπτά στην έκθεση του Ζαππείου το 1954

Η Αικατερίνη Κωνσταντινίδου πρώτη δεξιά

Τα γλυπτά στην έκθεση του Ζαππείου το 1954

Η Αικατερίνη Κωνσταντινίδου πρώτη αριστερά

Η πρώτη Γλυπτοθήκη

Την περίοδο 1953-1959 παρουσιάζονταν σε αίθουσες του Ζαππείου μεγάρου έργα από τις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης, ανάμεσά τους και γλυπτά, καθώς το μουσείο τότε ακόμη δεν είχε δικό του κτίριο. Μετά τις εκθέσεις του Ζαππείου, γλυπτά εκτέθηκαν και πάλι το 1970, όταν εγκαινιάστηκε το πρώτο τμήμα του κτιρίου της Εθνικής Πινακοθήκης. Επρόκειτο για μια παρουσίαση ενδεικτική της συλλογής γλυπτικής. Πολύ περισσότερα γλυπτά εκτέθηκαν στα εγκαίνια του κτιρίου της Εθνικής Πινακοθήκης το 1976, τα περισσότερα όμως στη συνέχεια αποσύρθηκαν. Ορισμένα παρέμειναν τοποθετημένα στον κήπο και στον εξωτερικό χώρο της κεντρικής εισόδου του μουσείου.

Έως το 1986 στην Εθνική Πινακοθήκη δεν υπήρχε μόνιμη και αυτόνομη έκθεση γλυπτών, παρόλο που η συλλογή είχε εμπλουτιστεί θεαματικά, αποτυπώνοντας πιο ολοκληρωμένα τη νεοελληνική γλυπτική έως τα μέσα περίπου του 20ού αιώνα.
Το 1986, με δωρεά της ζωγράφου και χαράκτριας Βασιλικής (Κούλας) Μπεκιάρη-Βεκρή, δύο πτέρυγες στο ισόγειο του δεύτερου τμήματος του κτιρίου διαμορφώθηκαν σε εκθεσιακούς χώρους, τη Γλυπτοθήκη της Εθνικής Πινακοθήκης. Για πρώτη φορά γλυπτά της συλλογής εκτέθηκαν σε αυτόνομους χώρους του κτιρίου, παρουσιάζοντας την αρχή και την εξέλιξη της νεοελληνικής γλυπτικής έως το 1940.

Η προτομή της Αικατερίνης Κωνσταντινίδου και η Προτομή άνδρα, το Παιδί με κουμπαρά και τα εκμαγεία της Μαρίας Κασσιμάτη και του Εμμανουήλ Ευστρατίου εντάχθηκαν στην έκθεση ως χαρακτηριστικά έργα του 19ου αιώνα, προσφέροντας μια αντιπροσωπευτική εικόνα της δημιουργίας του Δημητρίου Φιλιππότη και της συμβολής του στην εξέλιξη της νεοελληνικής γλυπτικής.

Η Μαρία Κασσιμάτη στη Γλυπτοθήκη το 1986

Στο βάθος αριστερά διακρίνεται το εκμαγείο του Εμμανουήλ Ευστρατίου

Η Μαρία Κασσιμάτη στη Γλυπτοθήκη ανάμεσα στα γλυπτά του 19ου αιώνα

Στο βάθος αριστερά διακρίνεται το εκμαγείο του Εμμανουήλ Ευστρατίου

Άποψη της Γλυπτοθήκης το 1986

Δεξιά διακρίνεται η Μαρία Κασσιμάτη

Το Παιδί με κουμπαρά στη Γλυπτοθήκη το 1986

Στο κέντρο ψηλά διακρίνεται η Αικατερίνη Κωνσταντινίδου. Στη γωνία ψηλά δεξιά, μέρος της Προτομής άνδρα

Η Μόνιμη Έκθεση του 2000

Το 1986, με δωρεά της ζωγράφου και χαράκτριας Βασιλικής (Κούλας) Μπεκιάρη-Βεκρή, δύο πτέρυγες στο ισόγειο του δεύτερου τμήματος του κτιρίου διαμορφώθηκαν σε εκθεσιακούς χώρους, τη Γλυπτοθήκη της Εθνικής Πινακοθήκης. Για πρώτη φορά γλυπτά της συλλογής εκτέθηκαν αυτόνομα, παρουσιάζοντας τη αρχή και την εξέλιξη της νεοελληνικής γλυπτικής έως το 1940.

Η Γλυπτοθήκη λειτούργησε ως τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ενώ το 1996 τα γλυπτά αποσύρθηκαν και οι χώροι μετατράπηκαν σε αποθήκη. Έως τον Δεκέμβριο του 2000, ο κήπος και ο εξωτερικός χώρος της κεντρικής εισόδου του μουσείου ήταν οι μοναδικοί χώροι που φιλοξενούσαν έργα γλυπτικής. Όταν, το 2000, εγκαινιάστηκε η επανέκθεση της ζωγραφικής στις ανακαινισμένες αίθουσες του κεντρικού κτιρίου της Πινακοθήκης, πενήντα επτά από τα πιο αντιπροσωπευτικά γλυπτά της συλλογής του 19ου και του 20ού αιώνα εντάχθηκαν στην έκθεση, όχι με σκοπό να παρουσιαστεί η πορεία της νεοελληνικής γλυπτικής, αλλά ως αντιπροσωπευτικές δημιουργίες συγκεκριμένων περιόδων και τάσεων σε μια παράλληλη παρουσίαση με τη ζωγραφική.

Το Πνεύμα του Κοπέρνικου του Γεωργίου Βρούτου και πέντε προτομές υποδέχονταν τον επισκέπτη στην αρχή της έκθεσης, με την Αικατερίνη Κωνσταντινίδου του Δημητρίου Φιλιππότη να ολοκληρώνει την παρουσίαση της προσωπογραφικής απεικόνισης τον 19ο αιώνα, από τη νεοκλασική εξιδανίκευση στη ρεαλιστική απόδοση.

Η Νύχτα, η Αδελαΐδα Ριστόρι, η Ειρήνη Μαυροκορδάτου, η Προτομή γυναίκας και η Αικατερίνη Κωνσταντινίδου στη μόνιμη έκθεση το 2000

Η Εθνική Γλυπτοθήκη

Το 2004 εγκαινιάστηκε στο Άλσος Στρατού η Εθνική Γλυπτοθήκη. Η Εθνική Γλυπτοθήκη ιδρύθηκε χάρη στις ενέργειες της διευθύντριας Μαρίνας Λαμπράκη Πλάκα και στεγάστηκε σε δύο κτίρια των πρώην βασιλικών στάβλων, τα οποία προορίζονταν για μόνιμη έκθεση των γλυπτών και για περιοδικές εκθέσεις.

Στις 27 Ιουνίου 2006, εβδομήντα τρία χρόνια μετά τη δωρεά του πρώτου γλυπτού από τον Αντώνη Μπενάκη, εγκαινιάστηκε στο κτήριο Α της Εθνικής Γλυπτοθήκης η έκθεση της μόνιμης συλλογής γλυπτικής, όπου παραμένει μέχρι σήμερα.

Η έκθεση αποτελείται από δεκατρείς ενότητες, μέσα από τις οποίες ο επισκέπτης μπορεί να παρακολουθήσει την αρχή και την εξέλιξη της νεοελληνικής γλυπτικής από τα προεπαναστατικά χρόνια έως τις μέρες μας.

Στο πλαίσιο της προσωπογραφικής απεικόνισης, στην έκθεση εντάχθηκε η προτομή της Ειρήνης Αμπανοπούλου, του Ιδρύματος Ευριπίδη Κουτλίδη, ώστε να αναδειχθεί η στροφή στη ρεαλιστική απόδοση των μορφών, σε αντίθεση με την αρχαιοπρεπή, ιδεαλιστική αντίληψη των κλασικιστικών έργων της Επτανησιακής σχολής και των πρώτων νεοελλήνων γλυπτών, που πλαισιώνουν το έργο του Φιλιππότη.

Από την άλλη πλευρά, το Παιδί με κουμπαρά από το 1888, η πιο ρεαλιστική εκδοχή ενός θέματος που ο Φιλιππότης δημιούργησε για πρώτη φορά το 1879, παριστάνοντας το παιδί γυμνό στον απόηχο του νεοκλασικισμού, μαζί με το Παιδί με τον κάβουρα (1891) του Γεωργίου Βρούτου και τη Νανά του Γεωργίου Μπονάνου, στα οποία το γυμνό σώμα επίσης διατηρείται, βοηθούν τον επισκέπτη να κατανοήσει τις διαφορετικές εκφάνσεις του ρεαλισμού στη νεοελληνική γλυπτική.

Άποψη της Εθνικής Γλυπτοθήκης

Η Ειρήνη Αμπανοπούλου διακρίνεται πρώτη αριστερά

Άποψη της Εθνικής Γλυπτοθήκης

Το Παιδί με κουμπαρά του Δ. Φιλιππότη και το Παιδί με τον κάβουρα του Γ. Βρούτου πλαισιώνουν τη Νανά του Γ. Μπονάνου

Άποψη της Εθνικής Γλυπτοθήκης

Το παιδί με τον κάβουρα του Γ. Βρούτου, η Νανά του Γ. Μπονάνου και το Παιδί με κουμπαρά του Δ. Φιλιππότη

Το παιδί στη νεοελληνική τέχνη 19ος – 20ός αιώνας

Το 1993, η επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης Ειρήνη Οράτη και η ιστορικός τέχνης Αφροδίτη Κούρια συνεργάστηκαν για την οργάνωση μιας από τις πιο ενδιαφέρουσες περιοδικές εκθέσεις που έχουν παρουσιαστεί στο μουσείο: Το παιδί στη νεοελληνική τέχνη 19ος-20ός αιώνας.

Με έργα ζωγραφικής, γλυπτά, χαρακτικά και κατασκευές, η έκθεση αποτύπωνε τον κόσμο του παιδιού στην ελληνική κοινωνία του 19ου και του 20ού αιώνα, μέσα από τις ενότητες Έργα με απόηχους της Ελληνικής ΕπανάστασηςΗθογραφικές εικόνες του παιδιού στο 19ο αιώνα, Το παιδί στην προσωπογραφία του 19ου αιώναΠολυφωνία αντιλήψεων και εκφραστικών τρόπων στην απεικόνιση του παιδιού και Νέοι προσανατολισμοί στην απεικόνιση του παιδιού και του κόσμου του μετά το 1970, παρακολουθώντας παράλληλα την εξέλιξη της νεοελληνικής τέχνης.

Το Παιδί με κουμπαρά του Δημητρίου Φιλιππότη, τοποθετημένο ανάμεσα σε έργα ζωγραφικής στην ενότητα Ηθογραφικές εικόνες του παιδιού στο 19ο αιώνα, ήταν από τις πιο χαρακτηριστικές παρουσίες στην έκθεση.

Το Παιδί με κουμπαρά ανάμεσα στα έργα ζωγραφικής

Το Παιδί με κουμπαρά ανάμεσα στα έργα ζωγραφικής

Άποψη της έκθεσης. Αριστερά το Παιδί με κουμπαρά του Δ. Φιλιππότη και δεξιά το Παιδί με τον κάβουρα του Γ. Βρούτου

Τα παιδιά ζωγραφίζουν μπροστά στο Παιδί με κουμπαρά

Νεοελληνική Γλυπτική – Από τον 19ο στον 20ό αιώνα. Συλλογή Εθνικής Πινακοθήκης

Το 2009, στο πλαίσιο των Δημητρίων, ο Δήμος Θεσσαλονίκης οργάνωσε στο Κέντρο Πολιτισμού την έκθεση Νεοελληνική Γλυπτική – Από τον 19ο στον 20ό αιώνα. Συλλογή Εθνικής Πινακοθήκης.
Η έκθεση παρουσίαζε μια συνοπτική, αλλά αρκετά χαρακτηριστική εικόνα της νεοελληνικής γλυπτικής, από τον νεοκλασικισμό του 19ου αιώνα έως την αφαίρεση και τη δεκαετία του 1980, με έργα από τη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης που δεν παρουσιάζονταν στις μόνιμες εκθέσεις του μουσείου.

Η προτομή της πριγκίπισσας Αλεξάνδρας του Δημητρίου Φιλιππότη ήταν ανάμεσα στα έργα που επελέγησαν για να αποτυπωθεί η μετάβαση από την εξιδανικευτική προσωπογραφική απόδοση των νεοκλασικών έργων στον ρεαλισμό των τελευταίων τριάντα χρόνων του 19ου αιώνα.

Η Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα στο Κέντρο Πολιτισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης

Η Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα στο Κέντρο Πολιτισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης

Στα άδυτα της Εθνικής Πινακοθήκης

Το 2011 εγκαινιάστηκε η έκθεση Στα άδυτα της Εθνικής Πινακοθήκης. Άγνωστοι θησαυροί από τις συλλογές της με έργα ελληνικής και δυτικοευρωπαϊκής ζωγραφικής, γλυπτικής και χαρακτικής. Η έκθεση οργανώθηκε από το επιστημονικό προσωπικό του μουσείου και παρουσιάστηκε στο κεντρικό κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης (20/10/2011-8/1/2012) και στο κτίριο των περιοδικών εκθέσεων στην Εθνική Γλυπτοθήκη (14/11/2011-4/1/2013).

Η ζωγραφική πλαισιώθηκε από πενήντα τρία γλυπτά του 19ου, κυρίως όμως του 20ού αιώνα, τα οποία επελέγησαν ως χαρακτηριστικά έργα συγκεκριμένων καλλιτεχνών ή δημιουργικών περιόδων, αποκαλύπτοντας, σε ορισμένες περιπτώσεις, μια λιγότερο γνωστή, αλλά ενδιαφέρουσα πλευρά της δημιουργίας τους. Επελέγησαν επίσης σε μια προσπάθεια να καταδειχθούν οι τάσεις της νεοελληνικής γλυπτικής ανά δεκαετία, στο πλαίσιο που αυτό ήταν εφικτό με γλυπτά που δεν παρουσιάζονταν στις μόνιμες εκθέσεις, σε μια παράλληλη πορεία με τη ζωγραφική, προσφέροντας έτσι και την ευκαιρία για ενδιαφέρουσες συγκρίσεις.

Το Παιδί με κουμπαρά, μαζί με μορφές παιδιών που έχουν απεικονίσει οι ζωγράφοι, δημιούργησαν μια πολύ ενδιαφέρουσα εικόνα του τρόπου απόδοσης, καθώς και της συνύπαρξης ανάλογων ηθογραφικών θεμάτων στη ζωγραφική και τη γλυπτική του 19ου αιώνα.

Το Παιδί με κουμπαρά στην έκθεση Στα άδυτα της Εθνικής Πινακοθήκης

Το Παιδί με κουμπαρά στην έκθεση Στα άδυτα της Εθνικής Πινακοθήκης

Δημήτριος Φιλιππότης Τήνιος εποίει

Το 2019, με αφορμή τα εκατό χρόνια από τον θάνατο του καλλιτέχνη, παρουσιάστηκε στο Μουσείο Μαρμαροτεχνίας, στον Πύργο της Τήνου, η έκθεση Δημήτριος Φιλιππότης Τήνιος εποίει (1/8-14/10/2019). Η έκθεση οργανώθηκε από το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς και την Εθνική Πινακοθήκη, με επιμέλεια της καθηγήτριας του ΕΚΠΑ Ευθυμίας Μαυρομιχάλη, σε συνεργασία με την επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης Τώνια Γιαννουδάκη.

Τα έργα που παρουσιάστηκαν επιβεβαιώνουν την καθοριστική συμβολή του Φιλιππότη στην εξέλιξη της νεοελληνικής γλυπτικής: οι προτομές της Πριγκίπισσας Αλεξάνδρας, της Αικατερίνης Κωνσταντινίδου, του Μανουήλ Χαλδουβάκη και ενός άγνωστου άνδρα αποκαλύπτουν τη μετάβαση από τη νεοκλασική εξιδανίκευση στη ρεαλιστική προσωπογραφική απεικόνιση.
Τα εκμαγεία της Μαρίας Κασσιμάτη από τον οικογενειακό τάφο του Δημητρίου Γεωργούλα και της ανάγλυφης μορφής του Εμμανουήλ Ευστρατίου από τον ομώνυμο τάφο στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας αποτυπώνουν την επικράτηση του ρεαλισμού και στην ταφική γλυπτική, σε συνδυασμό με κάποιες νεοκλασικές αναφορές.

Για την πληρέστερη παρουσίαση και τεκμηρίωση της καλλιτεχνικής δημιουργίας του Φιλιππότη, η έκθεση πλαισιώθηκε από κείμενα και φωτογραφίες συνθέσεων ελεύθερης έμπνευσης, προτομών και ταφικών μνημείων, ενώ μια ιδιαίτερη ενότητα αποτέλεσε το ιστορικό του εμβληματικού Ξυλοθραύστη.

Το εισαγωγικό κείμενο της έκθεσης

Η Μαρία Κασσιμάτη υποδέχεται τους επισκέπτες στην είσοδο της έκθεσης

Η Μαρία Κασσιμάτη υποδέχεται τους επισκέπτες στην είσοδο της έκθεσης

Η Μαρία Κασσιμάτη υποδέχεται τους επισκέπτες στην είσοδο της έκθεσης

Άποψη της έκθεσης με κείμενα και στο βάθος προτομές

Η Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, η Προτομή άνδρα και η Αικατερίνη Κωνσταντινίδου στην έκθεση. Στο βάθος ο Μανουήλ Χαλδουβάκης

Η Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, η Προτομή άνδρα και η Αικατερίνη Κωνσταντινίδου στην έκθεση. Στο βάθος ο Μανουήλ Χαλδουβάκης

Η Αικατερίνη Κωνσταντινίδου, η Προτομή άνδρα και η Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα στην έκθεση. Στο βάθος η Μαρία Κασσιμάτη

Ο Μανουήλ Χαλδουβάκης, η Αικατερίνη Κωνσταντινίδου, η Προτομή άνδρα και η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα. στην έκθεση. Στο βάθος η Μαρία Κασσιμάτη

Ο Μανουήλ Χαλδουβάκης ανάμεσα στα έργα της μόνιμης έκθεσης

Ο Εμμανουήλ Ευστρατίου πλαισωμένος από ανάγλυφο της μόνιμης έκθεσης του μουσείου

Ο Εμμανουήλ Ευστρατίου πλαισωμένος από ανάγλυφο της μόνιμης έκθεσης του μουσείου

Ο Εμμανουήλ Ευστρατίου πλαισωμένος από ανάγλυφο της μόνιμης έκθεσης του μουσείου

Το κείμενο για τον Ξυλοθραύστη ανάμεσα σε έργα της μόνιμης έκθεσης

Φωτογραφίες αρχείου

Η Εθνική Πινακοθήκη κατέχει ένα σημαντικό φωτογραφικό αρχείο, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, φωτογραφίες έργων από τις συλλογές του μουσείου, καθώς και από συλλογές ιδρυμάτων, ιδιωτικές συλλογές και δημόσιους χώρους. Ανάμεσά τους, φωτογραφίες γλυπτών του Δημητρίου Φιλιππότη, που διασώζουν την εικόνα εμβληματικών έργων σε παλαιότερη εποχή, ενώ συγχρόνως αποτυπώνουν λεπτομέρειες και αρετές που αποκαλύπτονται μόνο κάτω από μια ιδιαίτερη οπτική γωνία ή φωτοσκίαση.

Ο Ξυλοθραύστης τη δεκαετία του 1960

Ο Ξυλοθραύστης τη δεκαετία του 1960

Ο Ξυλοθραύστης τη δεκαετία του 1960

Το κεφάλι του Ξυλοθραύστη (δεκαετία 1960)

Το μνημείο του Εμμανουήλ Ευστρατίου στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας

δεκαετία 1960;

Το μνημείο του Εμμανουήλ Ευστρατίου στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας (λεπτομέρεια)

δεκαετία 1960;

Το μνημείο του Εμμανουήλ Ευστρατίου στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας (λεπτομέρεια)

δεκαετία 1960;

Το μνημείο του Εμμανουήλ Ευστρατίου στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας (λεπτομέρεια)

δεκαετία 1960;

Ο Θεριστής (ιδιωτική συλλογή, λεπτομέρεια)

δεκαετία 1960;

Ο Θεριστής (ιδιωτική συλλογή, λεπτομέρεια)

δεκαετία 1960;

Ο Θεριστής στον κήπο του Ζαππείου το 1980 (;)

Ο μικρός ψαράς

δεκαετία 1960;

Το παιδί με τα σταφύλια (Το θέρος)

Φωτογραφικό αρχείο Οδυσσέα Φωκά

Το μνημείο του Γεωργίου Αβέρωφ στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας

δεκαετία 1960;

Ο τάφος του Δημητρίου Γεωργούλα στο Α΄ Νεκροταφείο το 1980

Το άγαλμα της Μαρίας Κασσιμάτη στον τάφο του Δημητρίου Γεωργούλα στο Α΄ Νεκροταφείο το 1980

Ο δήμαρχος Αθηναίων Δημήτρης Μπέης, ο διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Δημήτρης Παπαστάμος και ο γλύπτης Στέλιος Τριάντης μπροστά στο άγαλμα της Μαρίας Κασσιμάτη στο Α΄ Νεκροταφείο, 1980

Ο διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Δημήτρης Παπαστάμος και ο δήμαρχος Αθηναίων Δημήτρης Μπέης μπροστά στο άγαλμα της Μαρίας Κασσιμάτη στο Α΄ Νεκροταφείο, 1980

Συντελεστές παρουσίασης

Ιδέα
Έφη Αγαθονίκου
Προϊσταμένη Διεύθυνσης Συλλογών, Καλλιτεχνικού και Μουσειολογικού Προγραμματισμού
Δρ Τώνια Γιαννουδάκη
Επιμελήτρια της Συλλογής Γλυπτικής

Κείμενα, υλοποίηση
Δρ Τώνια Γιαννουδάκη
Επιμελήτρια της Συλλογής Γλυπτικής

Συντήρηση έργων
Δρ Μαρία Κλιάφα, Γιώργος Μαργαρίτης
Εργαστήριο συντήρησης γλυπτών ΕΠΜΑΣ

Φωτογραφίες, σάρωση 
Σταύρος Ψηρούκης
Φωτογραφικό εργαστήριο ΕΠΜΑΣ

Φωτογραφικό αρχείο ΕΠΜΑΣ (Μάκης Σκιαδαρέσης, Βασίλης Ψηρούκης)

Τώνια Γιαννουδάκη, Δημήτρης Ζέρβας
(Νεοελληνική Γλυπτική-Από τον 19ο στον 20ό αιώνα. Συλλογή Εθνικής Πινακοθήκης
και Δημήτριος Φιλιππότης Τήνιος εποίει)

Ευχαριστώ θερμά όλους τους συναδέλφους μου για την υποδειγματική συνεργασία και την υποστήριξή τους στη δημιουργία της ψηφιακής αυτής παρουσίασης, καθώς και τη Νίκη Μεϊντάνη, υπεύθυνη Διαδικτυακού Τόπου και Ψηφιακών Μέσων, για την πολύτιμη βοήθειά της στην άρτια ολοκλήρωση της παρουσίασης.

Τώνια Γιαννουδάκη

Πηγές παρουσίασης

Αρχείο Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου

Ευθυμία Ε. Μαυρομιχάλη, Ο γλύπτης Δημήτριος Ζ. Φιλιππότης, εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 2003