Σπούδασε αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ (1924-1929). Κατά τη διάρκεια των σπουδών του και μετά από εισήγηση του Δημήτρη Πικιώνη, δίδαξε για τρία χρόνια σχέδιο στη Βιοτεχνική Σχολή της Αθήνας. Την περίοδο 1930-1960 υπήρξε Επιμελητής στην έδρα Παραστατικής-Προβολικής Γεωμετρίας και Προοπτικής Σκιαγραφίας του Ε.Μ.Π., ενώ το 1960 εξελέγη Καθηγητής Ελεύθερου Σχεδίου στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Ε.Μ.Π., παραμένοντας στη θέση αυτή ως το θάνατό του. Δίδαξε επίσης στις Σχολές Αξιωματικών Στρατιωτικών Υπηρεσιών, στη Σχολή Ευελπίδων και εργάστηκε ως αρχιτέκτονας στο Υπουργείο Υγιεινής (1937-1939), ενώ το 1945, με εντολή της Σχολής Αρχιτεκτόνων, έγινε καθηγητής Αρχιτεκτονικού Σχεδίου. Στη ζωγραφική δεν έκανε επίσημες σπουδές.

Διακρίθηκε επανειλημμένως σε πανελλήνιους διαγωνισμούς κερδίζοντας το πρώτο βραβείο, οργάνωσε ατομικές εκθέσεις και έλαβε μέρος σε ομαδικές εντός και εκτός Ελλάδος, ανάμεσα στις οποίες το Salon del’Art Libre το 1959 στο Παρίσι, όπου τιμήθηκε με το Diplome d’Honneur και η Μπιενάλε του Σαο Πάολο το 1961. Μετά το θάνατό του, το έργο του παρουσιάστηκε σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις, καθώς και σε αναδρομικές στη Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης το 1990 και στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων το 1991. Ενδιαφερόμενος, εξάλλου, και σε θεωρητικό επίπεδο για την τέχνη, δημοσίευσε άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά σχετικά με τον κοινωνικό της ρόλο και τη συνύπαρξη ζωγραφικής και αρχιτεκτονικής.

Ξεκινώντας από την παραστατική ζωγραφική, που περιλαμβάνει προσωπογραφίες, νεκρές φύσεις, γυμνά και θαλασσογραφίες και απηχεί τα διδάγματα του Φωβισμού και του Εξπρεσιονισμού, προχώρησε στη δεκαετία του ’50 στην Αφαίρεση, στο πλαίσιο της οποίας πειραματίστηκε με χρηστικά υλικά προσδίδοντας κατασκευαστική υφή στις ζωγραφικές επιφάνειες, εισήγαγε στα έργα του τον Συμβολισμό και δημιούργησε συνθέσεις κονστρουκτιβιστικού χαρακτήρα.

Μοιραστείτε: