Τηνιακής καταγωγής, σπούδασε αρχικά κοντά στον Θωμά Θωμόπουλο στη Σχολή Καλών Τεχνών (1932-1938). Με υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών συνέχισε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού, κοντά στον Ζαν Μπουσέ, κερδίζοντας το 1939 το Α΄ βραβείο. Η έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου τον ανάγκασε να διακόψει τις σπουδές του και να επιστρέψει στην Ελλάδα. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της πρωτοποριακής ομάδας “Ακραίοι”, με επικεφαλής τον Αλέκο Κοντόπουλο, που δημιουργήθηκε το 1949. Το 1953 το μνημείο του για τον Άγνωστο Πολιτικό Κρατούμενο βραβεύθηκε σε διεθνή διαγωνισμό και στη συνέχεια εκτέθηκε στην Tate Gallery του Λονδίνου. Το 1956 εξελέγη τακτικό μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Γραμμάτων και Τεχνών και το 1957 βραβεύθηκε από τον Δήμο Αθηναίων με το Α’ βραβείο γλυπτικής. Το διάστημα 1960-1987 διετέλεσε καθηγητής στην έδρα της Πλαστικής της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Ε.Μ.Π. Το 1969 δημοσίευσε μελέτη με τίτλο “Πλαστική” και το 1975 το “Χωροθετικό διάγραμμα γλυπτών έργων Δήμου Αθηναίων Νεωτέρας Ελλάδος”. Τιμήθηκε επίσης με το παράσημο του Ταξιάρχη του Φοίνικα.

Ανέπτυξε πλούσια εκθεσιακή δραστηριότητα, η οποία ξεκίνησε με συμμετοχή σε ομαδικές εκθέσεις. Το 1933 εξέθεσε με την “Ομάδα Τέχνη” και στη συνέχεια με τους “Ελεύθερους Καλλιτέχνες” (1937 – 1939). Έλαβε επίσης μέρος σε Πανελλήνιες, στις Μπιενάλε του Σάο Πάουλο (1955, 1961) και της Βενετίας (1960) καθώς και στην έκθεση “Μεταμορφώσεις του Μοντέρνου” που έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη το 1992. Το 1979 οργανώθηκε στην Eθνική Πινακοθήκη ατομική έκθεση έργων του για τα κωφάλαλα παιδιά με τίτλο “Αφή – Τέχνη – Παιδί”.

Γλύπτης που κινήθηκε με άνεση μεταξύ της παράδοσης και των σύγχρονών του τάσεων, ο Λάζαρος Λαμέρας, ήδη από το 1932, φανέρωσε με τα ανεικονικά γλυπτά του διάθεση πειραματισμών με τις πρωτοποριακές τάσεις, ενώ μεταξύ 1945-1948 δημιούργησε τις πρώτες αφηρημένες συνθέσεις του. Στις παραστατικές δημιουργίες του, τις οποίες ποτέ δεν εγκατέλειψε ολοκληρωτικά, ενδιαφέρθηκε κυρίως για την απόδοση των δομικών χαρακτηριστικών της σύνθεσης, απέφυγε τα διηγηματικά στοιχεία, ενώ χρησιμοποίησε χαρακτηριστικά της αρχαϊκής πλαστικής. Η ενασχόληση με την αφαίρεση τον οδήγησε, από το 1958 περίπου, σε φυτόμορφα έργα, στα οποία καθοριστικό ρόλο παίζει η καθετότητα και η κίνηση. Από το 1960 φιλοτέχνησε έργα για τυφλούς και παιδιά, τα οποία παράγουν ήχο και συνδυάζουν το στοιχείο της κίνησης και τη γλυπτική με τη ζωγραφική. Φιλοτέχνησε επίσης ηρώα και μνημεία.

Μοιραστείτε: