Ήταν γιος ανθρακωρύχου και γεννήθηκε στην περιοχή των ορυχείων.
Εγκαταστάθηκε στο Παρίσι το 1927 και εργάσθηκε στα εργοστάσια κατασκευής αυτοκινήτων της Renault Citroen, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε βραδινά μαθήματα ζωγραφικής και γλυπτικής.

Το 1931 προσχώρησε στην Ένωση Επαναστατών Καλλιτεχνών και Συγγραφέων, όπου γνωρίστηκε με τον Λουί Αραγκόν (Louis Aragon), Αντρέ Μαρλώ (Andre Malraux), Φερνάν Λεζέ, Ζαν Ελιόν (Jean Helion), Φρανσίς Γκρυμπέρ).

Η παραγωγή προσωπικού έργου ξεκίνησε δύο χρόνια αργότερα. Το 1936 γνωρίστηκε με τον Πικάσο και την επόμενη χρονιά η έκθεση της «Guernica» στην Διεθνή Έκθεση του Παρισιού του προκάλεσε ισχυρές εντυπώσεις και επηρέασε το έργο του.

Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής ανέπτυξε έντονη αντιστασιακή δράση στο Εθνικό Μέτωπο των Τεχνών. Τον Μάιο του 1941 εξέθεσε με μία ομάδα είκοσι καλλιτεχνών στη γκαλερί Μπράουν (Braun). Τα έντονα χρώματα που κυριαρχούσαν στα έργα τους και οι σχεδόν αφηρημένες συνθέσεις τους αποτελούσαν ανοιχτή πρόκληση στον κατακτητή. Μετά την απελευθέρωση ονομάσθηκαν μεταπολεμική Σχολή του Παρισιού.

Η πρώτη ατομική έκθεση έγινε το 1939 και παρουσιάστηκε από τον Γκρομαίρ για να ακολουθήσουν πολλές άλλες.

Από το 1947 διαχώρισε τη θέση του από τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό που είχε υιοθετήσει το κομμουνιστικό κόμμα και ταυτόχρονα τέθηκε εναντίον της αφηρημένης ζωγραφικής που είχε αρχίσει να κυριαρχεί στη γαλλική ζωγραφική.

Το 1951 ο Πικάσο του πρότεινε να συνεργαστούν στην παραγωγή κεραμικών στο Βαλλωρίς, ενασχόληση για τα επόμενα δύο χρόνια, συνεχίζοντας παράλληλα τις σειρές έργων «Ελιές» («Oliviers») και «Χωρικοί» («Paysans»). Την εποχή της συνεργασίας του με τον Πικάσο ξεκινά και η σειρά των έργων «Μητρότητες» («Maternites») και ο «Ο άνθρωπος στο παιδί» («L’ Homme a l’ enfant»).

Η θεματογραφία των έργων του επηρεάζεται από την πολιτική του δράση στην υπηρεσία της οποίας είχε θέσει το έργο του. Στο τέλος της δεκαετίας του 1960 ασχολήθηκε με το θέμα του πολέμου, ενώ αργότερα στράφηκε προς τη φύση. Ασχολήθηκε επίσης με τη σκηνογραφία και την ενδυματολογία αλλά και με τη γλυπτική μνημειακών έργων σε πηλό.

Υιοθέτησε ποικίλες τεχνικές, ενώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του χρησιμοποίησε σχεδόν αποκλειστικά την ακουαρέλα. Αν και θεωρούσε την αφηρημένη ζωγραφική άρνηση της πραγματικότητας, στο ύστερο έργο του υπάρχουν πολλά αφαιρετικά στοιχεία. Το έργο του κατέχει σημαντική θέση στη μεταπολεμική γαλλική ζωγραφική.

Μοιραστείτε: