Το 1923 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Ελλάδα και από το 1928 ως το 1936 σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Το 1936 έγινε μέλος της ομάδας “Ελεύθεροι Καλλιτέχνες”, έχοντας ήδη από τον προηγούμενο χρόνο ξεκινήσει την εκθεσιακή του δραστηριότητα. Παρουσίασε το έργο του σε ατομικές, ομαδικές και διεθνείς εκθέσεις, ανάμεσα στις οποίες η Διεθνής του Καΐρου το 1947, η Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας το 1963 και η Διεθνής Έκθεση Χαρακτικής της Λειψίας την ίδια χρονιά. Το 1977 οργανώθηκε αναδρομική παρουσίαση του έργου του στην Εθνική Πινακοθήκη. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής φιλοτέχνησε μια σειρά συνθέσεων με θέμα την πείνα και τον αγώνα του αθηναϊκού λαού, ενώ το 1944 ανέβηκε στα βουνά της Ευρυτανίας και ζωγράφισε σκηνές από τη ζωή και τον αγώνα των ανταρτών, που αργότερα μετέφερε σε πίνακες μεγαλύτερων διαστάσεων. Μετά τον πόλεμο άρχισε να ασχολείται και με τη χαρακτική, επινοώντας μάλιστα μια δική του τεχνική με την οξείδωση του τσίγκου και του χαλκού. Καλλιεργώντας έναν τύπο εξπρεσιονιστικού σοσιαλιστικού ρεαλισμού, απεικόνισε κυρίως τη ζωή των εργατών, των αγροτών, των ψαράδων και των ανθρώπων του βουνού. Σε πιο περιορισμένη κλίμακα ασχολήθηκε επίσης με την προσωπογραφία και το τοπίο, ιδιαίτερα της Ρόδου, όπου έζησε πολλά χρόνια και διακόσμησε με τοιχογραφίες την αίθουσα συνεδρίων του Επιμελητηρίου, σπίτια και ιδρύματα.

Μοιραστείτε: