Πήρε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής από τον Κλάους Φρίσλαντερ το 1940. Την ίδια χρονιά γνώρισε τον Δημήτρη Πικιώνη και τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, τους οποίους ο ίδιος θεωρεί πραγματικούς δασκάλους του. Από το 1943 ως το 1949 σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών κοντά στον Δημήτριο Μπισκίνη, τον Παύλο Μαθιόπουλο και τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Με υποτροφία του Ι.Κ.Υ. ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού (1953-1956), όπου διδάχτηκε την τέχνη της χαλκογραφίας από τον Ed. Goerg.

Ξεκινώντας την εκθεσιακή του δραστηριότητα το 1948 με τη διοργάνωση της πρώτης ατομικής του έκθεσης, παρουσίασε το έργο του σε ατομικές, ομαδικές, Πανελλήνιες και διεθνείς εκθέσεις ζωγραφικής και χαρακτικής. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται συμμετοχές στις Μπιενάλε του Σάο Πάολο το 1957 και το 1965 και της Αλεξάνδρειας το 1959 και στις Διεθνείς Εκθέσεις Χαρακτικής του Λουγκάνο το 1960 και του Τόκιο το 1964. Το 1970, αν και ορίστηκε εκπρόσωπος της Ελλάδας στη Μπιενάλε της Βενετίας, αρνήθηκε να συμμετάσχει λόγω της πολιτικής κατάστασης. ‘Ελαβε επίσης μέρος στις εκθέσεις της ομάδας “Αρμός Α”, της οποίας υπήρξε μέλος από το 1949, και “Αρμός Β”. Το 1983 η σειρά “Λαϊκή Αγορά” παρουσιάστηκε στην Εθνική Πινακοθήκη, όπου το 1999 οργανώθηκε αναδρομική έκθεση του έργου του.

Από το 1951 εργάστηκε ως επιμελητής στην έδρα του ελεύθερου σχεδίου της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Ε.Μ.Π., ενώ από το 1958 ως το 1962 δίδαξε στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο. Το 1958 συμμετείχε στην ίδρυση του Ελευθέρου Σπουδαστηρίου Καλών Τεχνών (μετέπειτα Επαγγελματική Σχολή Διακοσμητικών Τεχνών Βακαλό), όπου δίδαξε ως το 1976, οπότε και εξελέγη καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών. Στη θέση αυτή παρέμεινε ως το 1991, έχοντας από το 1989 εκλεγεί πρύτανης, ενώ το 1993 έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Παραμένοντας πιστός στην παραστατική ζωγραφική και διαμορφώνοντας ένα προσωπικό εξπρεσιονιστικό ύφος, απεικονίζει σκηνές της καθημερινής ζωής, προσωπογραφίες, τοπία και νεκρές φύσεις, δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στο ρόλο του χρώματος και του φωτός. Η καλλιτεχνική του δημιουργία περιλαμβάνει επίσης ενασχόληση με τη χαρακτική και τοιχογραφική διακόσμηση δημοσίων κτηρίων και εκκλησιών.

Μοιραστείτε: