Σπούδασε αρχικά στη Σχολή Καλών Τεχνών (1900-1904) κοντά στον Νικηφόρο Λύτρα και τον Γεώργιο Ροϊλό και, με Αβερώφειο υποτροφία, συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία του Μονάχου (1907-1911), με καθηγητές τους Otto Seitz, Ludwig von Lofftz και Karl von Marr. Στη βαυαρική πρωτεύουσα παρέμεινε ως το 1929, κάνοντας στο ενδιάμεσο ένα μεγάλο εκπαιδευτικό ταξίδι σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, καθώς και στην Κωνσταντινούπολη, την Ιερουσαλήμ, την Αίγυπτο, το Άγιον Όρος και την Αθήνα, για να μελετήσει κυρίως την παράδοση της αγιογραφίας.

Το 1929 εξελέγη καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, διατηρώντας τη θέση αυτή ως το 1953. Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου και κατά παραγγελία της κυβέρνησης πήγε στο μέτωπο και απεικόνισε πολλές μάχες. Για το έργο του αυτό τιμήθηκε το 1952 με το Εθνικόν Αριστείον Γραμμάτων και Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας έγινε μέλος το 1959.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Μόναχο έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις του Glaspalast, καθώς και σε ομαδικές σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης, ενώ το 1925 οργάνωσε στον Παρνασσό την πρώτη του ατομική. Παρουσίασε επίσης το έργο του στη Μπιενάλε της Βενετίας το 1934 και το 1936, σε ομαδικές και σε Πανελλήνιες.

Στη ζωγραφική του ασχολήθηκε αρχικά με μυθολογικά και συμβολικά θέματα, ενώ αργότερα καταπιάστηκε με σκηνές της καθημερινής ζωής, τοπία, προσωπογραφίες και γυμνά σε εσωτερικούς χώρους. Ακολουθώντας στα πρωιμότερα έργα του ένα νατουραλιστικό ύφος, υιοθέτησε αργότερα τις υπαιθριστικές αντιλήψεις της εποχής του, ενώ στα γυμνά του διακρίνεται μία διάθεση για αισθησιακή και ευχάριστη απόδοση.

Μοιραστείτε: