Σπούδασε γλυπτική στο Σχολείο των Τεχνών από το 1859 ως το 1864 κοντά στον Γεώργιο Φυτάλη. Παράλληλα πήρε μαθήματα μαρμαροτεχνίας στο εργαστήριο του Ιωάννη Κόσσου. Το 1866 η βασίλισσα Όλγα του εξασφάλισε υποτροφία, με την οποία συνέχισε για τρία χρόνια τις σπουδές του στη Ρώμη. Σπούδασε έξι μήνες στην Academia di Francia, και στη συνέχεια, ως το 1870, στην Ακαδημία του Αγίου Λουκά με καθηγητές τους μαθητές του Κανόβα Άνταμο Ταντολίνι και Φίλιπο Νιακαρίνι. Το 1870 ο καθηγητής του Νιακαρίνι τον σύστησε στον τραπεζίτη Τορλόνια, ο οποίος τον προσέλαβε για να τοποθετήσει τα γλυπτά της συλλογής του στη βίλα του και να τα συντηρεί. Εκεί εργάστηκε ως το 1873. Τον ίδιο χρόνο επέστρεψε στην Αθήνα και άνοιξε εργαστήριο στην Πλάκα. Το 1883, μετά το θάνατο του Λεωνίδα Δρόση, διορίστηκε καθηγητής πλαστικής στο Σχολείο των Τεχνών, και διατήρησε αυτή τη θέση ως το θάνατό του. Οι Αβερώφειοι διαγωνισμοί του Πολυτεχνείου οφείλονται σε δική του πρωτοβουλία. Το 1888 ανακηρύχθηκε μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Παρισιού, ενώ από το 1900 άρχισε να διδάσκει γλυπτική στη νεοσυσταθείσα Καλλιτεχνική Σχολή Κυριών της “Εταιρείας Φιλοτέχνων”.

Εκτός από τη διαρκή έκθεση των έργων του στο εργαστήριό του, συμμετείχε στα Ολύμπια του 1875 και του 1888, στην Έκθεση υπέρ του Ερυθρού Σταυρού στην οικία του Βασιλείου Μελά το 1881, στην έκθεση του Παρνασσού το 1885, στην Πανελλήνια του 1888, στην έκθεση της Ελληνικής Καλλιτεχνικής Εταιρείας το 1907 και στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού το 1878 και το 1889.

Ενώ οι σπουδές του τον προετοίμασαν για μια πλήρη προσαρμογή στα ιδεώδη και τις αντιλήψεις του κλασικισμού, στην πορεία η καλλιτεχνική του δημιουργία παρουσιάζει στοιχεία προσαρμογής σε ρεαλιστικές αντιλήψεις. Ήδη από τα πρώτα έργα του διαφαίνεται μια διάθεση για πρωτοτυπία, την οποία όμως ανέκοψε η αρνητική κριτική. Ακόμη όμως και έτσι, αποφεύγει το στείρο κλασικισμό και υιοθετεί σταδιακά ρεαλιστικά στοιχεία, κυρίως προς τα τέλη του 19ου αιώνα. Ασχολήθηκε με όλα τα είδη γλυπτικής, με το ταφικό μνημείο, την προτομή, τον ανδριάντα, καθώς και με μυθολογικά θέματα και την παιδική μορφή στη φύση. Εργάστηκε επίσης για τη συμπλήρωση αρχαίων γλυπτών, ενώ το 1898 υπέβαλε προτάσεις για τη συμπλήρωση του Λέοντα της Χαιρώνειας.

Μοιραστείτε: